- ονοματικον
- ὀνοματικόνὀνομᾰτικόντό грам. имя существительное
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ὀνοματικόν — ὀνοματικός consisting of nouns masc acc sg ὀνοματικός consisting of nouns neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Απολλώνιος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Α. ο Κρόνος (4ος αι. π.Χ.). Φιλόσοφος από την Κυρηναία, δάσκαλος του φιλοσόφου Διόδωρου. 2. Α. ο Ρόδιος (Αλεξάνδρεια 295; – Ρόδος 215; π.Χ.). Ο επιφανέστερος επικός ποιητής της αλεξανδρινής περιόδου. Παιδαγωγός… … Dictionary of Greek